- επώθηση
- [-ις (-εως)] η1) толчок вперёд; 2) геол сдвиг
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
επώθηση — Η μετατόπιση των πετρωμάτων και η επικάθηση ενός μέρους του στερεού φλοιού της Γης πάνω σε ένα άλλο. Η επιφάνεια όπου συμβαίνει η ε. είναι μία ρωγμή, κατά μήκος της οποίας τα πετρώματα που βρίσκονται στις αντίθετες πλευρές της ολισθαίνουν και… … Dictionary of Greek
τεμαχοεπώθηση — η, Ν γεωλ. επώθηση η οποία προκύπτει με ώθηση μαζών πετρωμάτων προς άλλες κατά μήκος λοξές επιφάνειες διατάραξης … Dictionary of Greek
ορεογένεση — Το σύνολο των γεωλογικών φαινομένων που προκάλεσαν τον σχηματισμό των ορεινών αλυσίδων. Ο κλάδος της γεωλογίας που διατυπώνει τις διάφορες υποθέσεις περί ορεογένεσης ονομάζεται τεκτονική και μελετά τις αιφνίδιες παραμορφώσεις (πτυχώσεις,… … Dictionary of Greek